Η εμπορική έκρηξη γνωστή ως Black Friday (Μαύρη Παρασκευή) αποτελεί πλέον αναπόσπαστο μέρος των εορταστικών εκπτώσεων, αλλά αυτή η παράδοση έχει πιο σκοτεινές ρίζες απ’ ό,τι φαντάζεστε.
Η πρώτη καταγεγραμμένη χρήση του όρου "Μαύρη Παρασκευή" δεν αφορούσε τις αγορές της ημέρας μετά την Ημέρα των Ευχαριστιών, αλλά μια χρηματοπιστωτική κρίση: συγκεκριμένα, την κατάρρευση της αγοράς χρυσού στις ΗΠΑ στις 24 Σεπτεμβρίου 1869. Δύο διαβόητοι και αδίστακτοι χρηματιστές της Γουόλ Στριτ, ο Τζέι Γκουλντ και ο Τζιμ Φισκ, συνεργάστηκαν για να αγοράσουν όσο το δυνατόν περισσότερο χρυσό από τη χώρα, ελπίζοντας να ανεβάσουν τις τιμές στα ύψη και να τον πουλήσουν για αστρονομικά κέρδη. Εκείνη την Παρασκευή του Σεπτεμβρίου, η συνωμοσία κατέρρευσε, προκαλώντας ελεύθερη πτώση στις τιμές της μετοχής και χρεοκοπώντας τους πάντες, από τους βαρόνους της Γουόλ Στριτ μέχρι τους αγρότες.
Η πιο συχνά επαναλαμβανόμενη ιστορία πίσω από την παράδοση της Μαύρης Παρασκευής, που σχετίζεται με τις αγορές μετά την Ημέρα των Ευχαριστιών, την συνδέει με τους λιανοπωλητές. Σύμφωνα με την ιστορία, μετά από έναν ολόκληρο χρόνο λειτουργίας με ζημίες (“στο κόκκινο”), τα καταστήματα δήθεν έβγαιναν σε κέρδος (“στο μαύρο”) την ημέρα μετά τις Ευχαριστίες, καθώς οι αγοραστές των διακοπών ξόδευαν τεράστια ποσά σε προϊόντα με εκπτώσεις. Αν και είναι αλήθεια ότι οι εμπορικές εταιρείες παλαιότερα κατέγραφαν τις ζημίες με κόκκινο και τα κέρδη με μαύρο κατά την τήρηση των λογιστικών τους βιβλίων, αυτή η εκδοχή της προέλευσης της Μαύρης Παρασκευής είναι η επίσημα αποδεκτή, αλλά ανακριβής, εκδοχή πίσω από την παράδοση.
Τα τελευταία χρόνια, έχει εμφανιστεί ένας άλλος μύθος που προσθέτει μια ιδιαίτερα σκοτεινή διάσταση στην παράδοση, ισχυριζόμενος ότι, τον 19ο αιώνα, οι ιδιοκτήτες φυτειών στον Νότο μπορούσαν να αγοράσουν σκλάβους με έκπτωση την ημέρα μετά την Ημέρα των Ευχαριστιών. Αν και αυτή η εκδοχή των ριζών της Μαύρης Παρασκευής έχει κατανοητά οδηγήσει κάποιους να ζητούν μποϊκοτάζ της εμπορικής αυτής εορτής, δεν έχει καμία βάση στην πραγματικότητα.
Η πραγματική ιστορία πίσω από τη Μαύρη Παρασκευή, όμως, δεν είναι τόσο λαμπερή όσο θα ήθελαν να πιστεύουν οι λιανοπωλητές. Στη δεκαετία του 1950, η αστυνομία της Φιλαδέλφειας χρησιμοποίησε τον όρο για να περιγράψει το χάος που επικρατούσε την ημέρα μετά τις Ευχαριστίες, όταν πλήθη προαστιακών καταναλωτών και τουριστών κατέκλυζαν την πόλη, ενόψει του μεγάλου ποδοσφαιρικού αγώνα Στρατού-Ναυτικού που γινόταν το Σάββατο κάθε χρόνο. Όχι μόνο οι αστυνομικοί της Φιλαδέλφειας δεν μπορούσαν να πάρουν άδεια, αλλά έπρεπε να δουλέψουν για μεγαλύτερες βάρδιες για να αντιμετωπίσουν τα επιπλέον πλήθη και την κυκλοφοριακή συμφόρηση. Οι κλέφτες καταστημάτων επίσης εκμεταλλεύτηκαν το χάος στα καταστήματα και έκλεψαν εμπορεύματα, προσθέτοντας πονοκεφάλους στις αρχές.
Το 1961, η "Μαύρη Παρασκευή" καθιερώθηκε στη Φιλαδέλφεια, στο βαθμό που οι έμποροι και οι υποστηρικτές της πόλης προσπάθησαν ανεπιτυχώς να τη μετονομάσουν σε "Μεγάλη Παρασκευή" προκειμένου να απαλλαγούν από τις αρνητικές της συνδηλώσεις. Ωστόσο, ο όρος δεν εξαπλώθηκε σε όλη τη χώρα μέχρι πολύ αργότερα, και μέχρι το 1985 δεν χρησιμοποιούνταν ευρέως σε εθνικό επίπεδο. Κάπου στη δεκαετία του 1980, όμως, οι λιανοπωλητές βρήκαν έναν τρόπο να επανεφεύρουν τη Μαύρη Παρασκευή και να τη μετατρέψουν σε κάτι που θα αντανάκλαζε θετικά, αντί για αρνητικά, για αυτούς και τους πελάτες τους. Το αποτέλεσμα ήταν η έννοια της "κόκκινης προς μαύρη" ημέρας των διακοπών που αναφέρθηκε νωρίτερα, και η αντίληψη ότι η ημέρα μετά τις Ευχαριστίες σήμαινε την περίσταση κατά την οποία τα καταστήματα στην Αμερική επιτέλους έβγαζαν κέρδος.
Η ιστορία της Μαύρης Παρασκευής διαδόθηκε, και σύντομα οι σκοτεινές της ρίζες στη Φιλαδέλφεια ξεχάστηκαν σχεδόν εντελώς. Από τότε, η εκρηκτική αυτή εκδοχή των πωλήσεων εξελίχθηκε σε ένα τετραήμερο γεγονός και γέννησε άλλες "εμπορικές γιορτές" όπως το Small Business Saturday/Sunday και το Cyber Monday. Τα καταστήματα άρχισαν να ανοίγουν όλο και πιο νωρίς εκείνη την Παρασκευή, και πλέον οι πιο αφοσιωμένοι καταναλωτές μπορούν να ξεκινήσουν τις αγορές τους αμέσως μετά το γεύμα των Ευχαριστιών.
Πηγή: history.com